Κυριακή 4 Απριλίου 2010

Χριστός Ανέστη!


Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας
και εν τοις μνήσασιν, ζωήν χαρισάμενος.

Στην Καινή Διαθήκη, δεν καταγράφονται πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που τηρούσαν την εορτή της Ανάστασης τα μέλη της πρώτης χριστιανικής εκκλησίας. Έτσι, μεταγενέστεροι Χριστιανοί άρχισαν να επιχειρηματολογούν όσον αφορά τις πρακτικές των πρώτων Χριστιανών. Η πρώτη «πασχάλια έριδα» σχετικά με τον ετήσιο εορτασμό του χριστιανικού Πάσχα, δηλαδή της Ανάστασης, εμφανίστηκε κατά το 2ο αιώνα.

Οι εκκλησίες της Μικράς Ασίας ακολουθούσαν την αρχαία ιωάννεια «τεσσαρεσκαιδεκατική» πρακτική, τηρώντας σε ετήσια βάση τον "Μυστικό Δείπνο" —ορθότερα, το αναμνηστικό «Δείπνο του Κυρίου»— την ίδια ημερομηνία με το Πάσχα των Εβραίων. Αυτό σήμαινε ότι εορταζόταν το Πάσχα την ημέρα που αντιστοιχούσε στις 14 του ιουδαϊκού μήνα Νισάν, ανεξαρτήτως από το αν αυτή η ημέρα συνέπιπτε να είναι Κυριακή (η οποία ονομαζόταν τότε «Ημέρα του Ήλιου»).Οι αντίπαλοί τους επιχειρηματολογούσαν υπέρ της άποψης ότι την Ανάσταση θα έπρεπε να εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά το ιουδαϊκό Πάσχα. Η διαμάχη συνέχισε να εντείνεται ως το δεύτερο μέρος του 2ου αιώνα, με την πλειονότητα των εκκλησιών να προσκολλούνται στην άποψη της τήρησης της Ανάστασης την Κυριακή. Εντούτοις, οι εκκλησιαστικές διαμάχες που αφορούσαν την ημερομηνία του εορτασμού του Πάσχα δεν έπαψαν κατά τους επόμενους αιώνες.

Ήδη κατά τον 2ο αιώνα η κύρια ημέρα λατρείας, μελέτης των Γραφών και εορτασμού της Θείας Ευχαριστίας ήταν η Κυριακή, ως ανάμνηση της ανάστασης του Χριστού. Η εορτή, στην αρχή κατά άμεσο παραλληλισμό με το ιουδαϊκό Πάσχα, ετελείτο κάθε έτος στις 14 του μήνα Νισάν, δίνοντας έμφαση στην σταυρική θυσία του Χριστού. Αυτό ήταν σε αρμονία με τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Γιατί ωσότου να έρθει ο Κύριος, πάντοτε, όποτε τρώτε αυτό το ψωμί και πίνετε αυτό το ποτήριο, διακηρύττετε το θάνατο του Κυρίου».

Σταδιακά οι περισσότερες εκκλησίες θέλησαν να διακόψουν αυτό τον παραλληλισμό, μεταθέτοντας τον εορτασμό αρχικά την πρώτη Κυριακή μετά τη 14η Νισάν. Κάθε τοπική εκκλησία εόρταζε με το δικό της τρόπο υπολογισμού την ημερομηνία της εορτής του Πάσχα. Όμως, καθώς γινόταν προσπάθεια ώστε να επιτευχθεί μια ενιαία ημερομηνία για όλες της εκκλησίες, αυτό οδήγησε σε εντάσεις κάποιες τοπικές εκκλησίες ιδίως κατά τον 3ο αιώνα. Τελικά η Α΄ Οικουμενική σύνοδος αποφάσισε οριστικά για μια κοινή ημερομηνία τέλεσης του εορτασμού του Πάσχα, που τηρείται μέχρι σήμερα με κάποιες παραλλαγές από τις διάφορες ομολογίες.

Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι.
προσκυνήσωμεν Άγιον, Κύριον, Ιησούν
τον μόνον αναμάρτητον.
Τον Σταυρόν Σου, Χριστέ, προσκυνήσωμεν
και την Αγίάν Σου Ανάστασιν
υμνούμεν και δοξάζομεν.
Συ γαρ ει ο Θεός ημών,
εκτός Σου άλλον ουκ οίδαμεν,
το όνομά σου ονομάζομεν.
Δεύτε, πάντες οι πιστοί, προσκυνήσωμεν
την του Χριστού Αγίαν Ανάστασιν.
Ιδού γαρ ήλθεν δια του Σταυρού
χαρά εν όλω τω κόσμω.
Δια παντός ευλογούντες τον Κύριον,
υμνούμεν την Ανάστασιν Αυτού.
Σταυρόν γαρ υπομείνας δι' ημάς,
θανάτω, θάνατον ώλεσεν.

Σήμερα πανηγυρίζουμε την Αγία Ανάσταση του Κυρίου Ιησού Χριστού και ασπαζόμαστε εν Χριστώ μεταξύ μας, δείχνοντας έτσι την κατάργηση της πρώην έχθρας ανάμεσα σ’ εμάς και τον Θεό και την επανασυμφιλίωσή του μαζί μας, χάρη στο Πάθος του Σωτήρα Χριστού.
Η γιορτή λέγεται Πάσχα και είναι συνώνυμη με το Πάσχα των Εβραίων, που στη γλώσσα τους σημαίνει διάβαση, με την έννοια ότι, ο παθών και αναστάς Ιησούς Χριστός μας πέρασε από την κατάρα του Αδάμ και τη δουλεία του Διαβόλου στην πρώτη ελευθερία και μακαριότητα.

Η σημερινή μέρα της εβδομάδας, που είναι η πρώτη ημέρα από τις υπόλοιπες, αφιερωμένη στην τιμή του Κυρίου, ονομάστηκε, από τη λέξη αυτή, Κυριακή και σ’ αυτή μετάθεσαν οι Απόστολοι την αργία και την ανάπαυση της γιορτής του Σαββάτου του παλιού νόμου.

«Πάσχα σημαίνει πλήρωμα χαράς, βίωμα ειρήνης, εμπειρία πνευματικής ελευθερίας. Πάσχα σημαίνει συμφιλίωση μεταξύ μας και με τον Θεό˙ «συγχωρήσωμεν πάντα τῆ ἀναστάσει καί ἀλλήλους περιπτυξώμεθα» .
Πάσχα σημαίνει απελευθέρωση από τον φόβο και την ψύχρα του θανάτου˙ «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν» . Πάσχα σημαίνει απόφαση για αγία ζωή.
Πάσχα σημαίνει καινή, καινούργια ζωή, πορεία «ἐν καινότητι ζωῆς», «ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχή».
Πάσχα σημαίνει διακαινήσιμο φρόνημα˙ πέρασμα από το αδιέξοδο της στενής ανθρώπινης λογικής στην ανάσα της όντως ζωής˙ από την προσωρινότητα στην αιωνιότητα˙ από την ιστορία στη βασιλεία του Θεού˙ από την πτώση στη σωτηρία και τη χάρη.

Η θριαμβευτική ομολογία της Αναστάσεως του Κυρίου, η επικράτηση του «Χριστός Ἀνέστη» ως χαιρετισμού αυτών των ημερών, η δυναμική επανάληψη των αναστάσιμων ύμνων, τα πλούσια και βαθειά ριζωμένα στην παράδοσή μας πασχαλινά έθιμα, ο χαρακτηρισμός της εορτής ως Λαμπρής περιγράφουν όχι μια γιορτή επιφανειακής χαράς αλλά μια πανήγυρη για ένα ιστορικό και μυστικό γεγονός μοναδικού διαμετρήματος.

Η Ανάσταση του Κυρίου αποτελεί τη μεγαλύτερη γιορτή της Ορθοδοξίας. Ο κενός τάφος του Κυρίου αναβλύζει τη συγγνώμη˙ «συγγνώμη γάρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε», τη χαρά και την ειρήνη˙ «Χαίρετε» καί «Εἰρήνη ὑμῖν» είναι οι χαιρετισμοί του αναστάντος και διατρανώνει τη συντριβή του θανάτου˙ «καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».
Η Εκκλησία λοιπόν τέτοια μέρα μας καλεί όλους να «λάβουμε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός». Μας προσκαλεί όλους σε πανηγύρι πνευματικής χαράς˙ «Αὕτη ἡ ἡμέρα ἥν ἐποίησεν ὁ Κύριος ἀγαλλιασώμεθα καί εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῆ»˙ να «ἀπολαύσωμεν τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως καί τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος». Τα πάντα λάμπουν, τα πάντα πανηγυρίζουν, τα πάντα ανακαινίζονται˙

Μέσα στο δογματικό περιεχόμενο του Πάσχα, έχουν ενταχθεί ως λαϊκά έθιμα πολλές προχριστιανικές παγανιστικές λατρευτικές συνήθειες που συνδέονται με τη βλάστηση. Τα έθιμα αυτά προσπαθούν να ενισχύσουν τη γονιμότητα της γης αποτρέποντας το κακό και τους κινδύνους, που απειλούν τη βλάστηση αυτή την εποχή.

Ένα έθιμο κατεξοχήν ανοιξιάτικο και χαρούμενο, είναι οι κούνιες που γίνονται το Πάσχα. Έχει αρχαία ελληνική καταγωγή από τα "Ανθεστήρια". Αλλά, βέβαια, αν πρέπει με κάτι να συνδέσουμε κατεξοχήν το Πάσχα, αυτό είναι το πολύ και καλό φαΐ. Μετά την νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής, η μαγειρίτσα, ο οβελίας που ψήνεται, τα αυγά, τα τσουρέκια είναι το όνειρο κάθε πιστού.

Τα κόκκινα αυγά του Πάσχα
Το αυγό, πανάρχαιο σύμβολο της γένεσης του κόσμου, της γέννησης της ζωής, το συναντάμε σε πολλές λατρείες, τόσο πρωτόγονες, όσο και περισσότερο εξελιγμένες.
Είναι στη λαϊκή και μυθολογική φαντασία το σύμβολο της ζωής.
Έχει μέσα του δύναμη ζωική και πίστευαν πως μπορούσε να την μεταδώσει στους ανθρώπους, τα ζώα, τα φυτά.
Μερικοί υποθέτουν ότι τα κόκκινα αυγά του Πάσχα, διαδόθηκαν στην Ευρώπη,
την Ασία και την Κίνα από ένα έθιμο των Καλανδών.
Αλλοι θεωρούν αρχική κοιτίδα τους την Αίγυπτο.
Στη νύχτα του κόσμου ένα αυγό άνοιξε στα δύο και από μέσα του βγήκε ο κόσμος, διηγούνται οι Πέρσες.
Στο έπος των Φιλανδών «Καλεβάλα», το αυγό που περιείχε τον κόσμο,
έπεσε από τον ουρανό στην αγκαλιά της μάνας των νερών.
Αλλού, το κοσμικό αυγό γονιμοποιείται από τον ήλιο, και στην αρχαία Αίγυπτο, το αυγό, ως Λόγος Δημιουργός, ταξιδεύει στην προαιώνια θάλασσα.
Στην Κίνα συνηθίζονταν οι προσφορές αυγών την Άνοιξη για γονιμότητα και αναγέννηση. Στην πανάρχαια Ουρ της Μεσοποταμίας, προσφέρανε αυγά στους νεκρούς.
Στην ελληνική αρχαιότητα αποθέτανε αυγά στα χέρια ειδωλίων του Διονύσου ως σύμβολα αναγέννησης.
Στην ελληνική μυθολογία η Λήδα, από την ένωσή της με τον Δία, γέννησε ένα αυγό από όπου αναδύθηκαν οι Διόσκουροι.
Στους Εβραίους, τα αυγά ήταν τροφή πένθους. Τροφή που δεν είχε ολοκληρωθεί ως ζωή.
Στα λαϊκά παραμύθια, μέσα σε ένα αυγό, καλά φυλαγμένο, κρύβεται η ζωή ενός γίγαντα ή ήρωα.

Τα χρωματιστά αυγά και ιδιαίτερα τα κόκκινα μνημονεύονται για γιορταστικούς σκοπούς, στην Κίνα ήδη από τον 5ο αιώνα και στην Αίγυπτο από το 10ο.
Το 17ο αιώνα τα βρίσκουμε τόσο στους Χριστιανούς όσο και στους Μωαμεθανούς (Μεσοποταμία, Συρία).

Για τους πρώτους Χριστιανούς το αυγό είναι το σύμβολο της Ανάστασης του Χριστού.
Στο Μεσαίωνα, βάφονταν αυγά για να δοθούν σαν δώρα το Πάσχα.

Κατά τον 17ο αιώνα, ο Πάπας Παύλος ο 5ος ευλόγησε το ταπεινό αυγό με μια δέηση: "Ευλόγησε Ύψιστε το δικό σου αυτό δημιούργημα, το αυγό, το οποίο μπορεί να γίνει μια ευεργετική τροφή των δικών σου πιστών τρώγοντας και ευγνωμονώντας Σε, ένεκεν της Ανάστασης του Κυρίου μας".

Γιατί βάφονται κόκκινα τα αυγά της Ανάστασης;
Η παράδοση λέει πως:
"Όταν είπαν πως αναστήθηκε ο Χριστός, κανείς δεν το πίστευε.
Μια γυναίκα, που κρατούσε στο καλάθι της αυγά, φώναξε:
"Μπορεί από άσπρα να γίνουν κόκκινα;" Και, ω του θαύματος έγιναν!"

Στην Κέρκυρα διηγούνται τα εξής:
Όταν αναστήθηκε ο Χριστός, πρώτα πρώτα το άκουσαν κάτι αυγά.
Αμέσως άρχισαν την τρεχάλα να το διαδώσουν παντού.
Από το πολύ το τρέξιμο έγιναν κατακόκκινα!

Πασχαλινά αυγά με Χρώμα κόκκινο
Μερικοί πιστεύουν ότι τα αυγά βάφονται κόκκινα σε ανάμνηση του αίματος του Χριστού, που χύθηκε για εμάς τους ανθρώπους.
Κόκκινο είναι και το χρώμα της χαράς. Χαράς για την Ανάσταση του Χριστού. Είναι παράλληλα όμως και χρώμα αποτρεπτικό.
Κόκκινες βελέντζες και κόκκινα μαντίλια κρεμούσαν τη Μεγάλη Πέμπτη στην Καστοριά οι γυναίκες για το καλό.
Κόκκινο πανί έβαφαν μαζί με τα αυγά τους στη Μεσημβρία και το κρεμούσαν στο παράθυρο για σαράντα μέρες, για να μην τους πιάνει το μάτι.

Το βάψιμο των αυγών γινόταν τη Μεγάλη Πέμπτη γι αυτό και τη λέγαν Κόκκινη Πέφτη ή Κοκκινοπέφτη. Παλιότερα το συνήθιζαν κι αποβραδίς, πάντοτε τα μεσάνυχτα, με το ξεκίνημα της νέας μέρας. Καινούρια πρέπει να ήταν η κατσαρόλα που θα έβαφαν τα αυγά και ο αριθμός τους ορισμένος και τη μπογιά τη φύλαγαν σαράντα μέρες και δεν την έχυναν, ακόμα και τότε, έξω από το σπίτι.

Τα χρώματα για τα αυγά τα έφτιαχναν από διάφορα φυτά. Από φλούδες κρεμμυδιών γινόταν το μελί, από άχυρο ή από φύλλα αμυγδαλιάς το κίτρινο, το ανοικτό κόκκινο από παπαρούνες, από μαϊντανό πράσινο, από ζαφορά το κίτρινο και από βιολέτες το μοβ.
Επίσης για το βάψιμο των αυγών χρησιμοποιούσαν το βάρτζι, ένα είδος κόκκινου ξύλου.
Το κόκκινο όμως χρώμα ήταν και είναι πάντα το πιο αγαπημένο χρώμα για τα Πασχαλινά αυγά.

Τα παλιότερα χρόνια διάλεγαν φύλλα από φυτά και λουλούδια και έβαζαν από ένα πάνω σε κάθε αυγό. Στη συνέχεια, τύλιγαν τριγύρω μια παλιά κάλτσα, την οποία στερέωναν με μια κλωστή και έβαφαν τα Πασχαλινά αυγά.

Το πρώτο βαμένο κόκκινο αυγό
Το πρώτο αυγό που έβαφαν ήταν της Παναγίας και το έβαζαν στο εικονοστάσι. Με αυτό σταύρωναν τα παιδιά από το κακό το μάτι.

Τα ευαγγελισμένα αυγά
Σε μερικά μέρη έβαζαν σε ένα κουτάκι τόσα αυγά όσα ήταν τα μέλη της οικογένειας και τα πήγαιναν το βράδυ στην εκκλησία, για να διαβαστούν στα 12 Ευαγγέλια. Τα άφηναν κάτω από την Αγία Τράπεζα ως την Ανάσταση και τότε καθεμιά έπαιρνε τα δικά της.
Αυτά τα αυγά ήταν "ευαγγελισμένα" και τα τσόφλια τους τα παράχωναν στους
κήπους και τις ρίζες των δέντρων για να καρπίσουν. Παρόμοια τύχη είχαν και τα αυγά που έκαναν οι κότες τη Μεγάλη Πέμπτη. Άμα η κότα ήταν μαύρη, ακόμα καλύτερα.
Είχαν θαυμαστές ιδιότητες και μπορούσαν να διώξουν κάθε κακό.
Τα αυγά τα Μεγαλοπεφτιάτικα περνούσαν τον πονόλαιμο, φύλαγαν το αμπέλι από το χαλάζι, έδιωχναν μακριά το σκαθάρι.

Τα "ξομπλωτά" ή "κεντημένα" αυγά
Οι γυναίκες και τα κορίτσια στόλιζαν τα αυγά, τα "έγραφαν", τα "κεντούσαν".
Πάνω στα άσπρα αυγά έγραφαν με λειωμένο κερί ευχές, σχεδίαζαν σκηνές από τη ζωή του Χριστού, πουλιά κ.ά. Έριχναν μετά τα αυγά στην κόκκινη μπογιά και μέχρι να λειώσει το κερί έμεναν τα γράμματα και τα σχέδια άσπρα.
Τα "ξομπλωτά" ή "κεντημένα" αυγά, που τα λέγαν στη Μακεδονία και "πέρδικες",
μια και συχνά είχαν πάνω τους πουλιά, ή ίσως και γιατί ξεχώριζαν, όπως κι οι πέρδικες, για την ομορφιά τους, θύμιζαν συχνά μικρογραφίες. Το ένα ήταν καλύτερο από το άλλο.
Αυτά έστελναν δώρο οι αρραβωνιασμένες στο γαμπρό και οι βαφτισιμιές στους νονούς και τις νονές τους, σε όλα τα αγαπημένα πρόσωπα.
Άλλοτε πάλι τα κορίτσια πρόσθεταν στα αυγά φτερά από χρωματιστό χαρτί, ουρά και μύτη από ζυμάρι και τα κρεμούσαν στο ταβάνι, έτοιμα να πετάξουν.

Στη Σινώπη "άμα τελείωνε η Ανάσταση, πήγαιναν σπίτι, έπαιρναν από το εικονοστάσι το κόκκινο αυγό του περασμένου χρόνου, κάθονταν στο τραπέζι, πάστρευαν το παλιό αυγό κι έτρωγε ο καθένας λίγο για χάρη τον Χριστού. Κατόπιν έπαιρναν τα καινούργια, τα αυγά του Καλού Λόγου και έλεγαν το Χριστός Ανέστη (=τσουγκρίζανε) και τα έτρωγαν. Ένα από τα καινούργια αυγά του Καλού Λόγου έβαζαν πάλι στο εικονοστάσι".
ε μερικούς τόπους το τραπέζι δεν το σηκώνουν επί τρεις ημέρες, τα δε ψίχουλα τα ρίχνουν στ' αμπέλια, για να μεταδοθεί σ' αυτά η αφθονία.

Αλλά το κύριο φαγητό του Πασχαλινού τραπεζιού είναι το αρνί, το οποίο ψήνουν στη σούβλα ή γεμιστό με ρύζι, κουκουνάρια και σταφίδες στο φούρνο.
Σε πολλά μέρη το πασχαλινό αρνί αγιάζει ο παπάς, ο οποίος περιέρχεται από σπίτι σε σπίτι. Π.χ. "Κάθε Ροδίτης, φτωχός ή πλούσιος, το θεωρεί καλό στο σπιτικό του να σφάξει τη Λαμπρή ένα ρίφι η αρνί, που το λένε πασκάτη ή λαμπριώτη. Το παραγεμίζουν με χοντρό σιτάρι αλεσμένο στο χερόμυλο) και βάλλοντάς το σε μια λεκάνη το ψήνουν στο φούρνο. Μετά την απόλυση, στην πρώτη Ανάσταση ο παπάς του χωριού γυρίζει όλους τους φούρνους ευλογώντας όλες τις λεκάνες με την σχετική ευχή του ευχολογίου, παίρνει τον κόπο του, (ένα κομμάτι ψημένο κρέας και λίγη γέμιση)".

Ο χορός του Πάσχα, ο οποίος γίνεται μετά την απόλυση στον αυλόγυρο της Εκκλησίας ενέχει πολλή ιεροπρέπεια με τον ιερέα προεξάρχοντα του χορού και τους ενορίτες ακολουθώντας κατά ηλικία και τραγουδώντας ειδικά με την περίσταση τραγούδια.
Π.χ. Στη Σκυλόγιαννη της Εύβοιας "χορεύουν γύρω από την εκκλησία, τραγουδώντας:
Σήμερα Χριστός Ανέστη / και στους ουρανούς ευρέθη,
σήμερα τα παλληκάρια / στέκονται σαν τα βλαστάρια κ.τ.λ.

Στην Αργιθέα Αγράφων "Φυσικά το χορό θα σύρουν οι γεροντότεροι και συχνά γίνεται χωριστός αντρίκειος και χωριστός γυναικείος χορός...".
Στην Αμυγδαλιά Δωρίδας "Όταν βγαίνουν στο προαύλιο της Εκκλησίας... πιάνονται σε χορό οι άντρες μόνο και προπαντός οι πιο σεβάσμιοι. Το χορό παλιά ξεκινούσε πρώτα ο παπάς τραγουδώντας το τραγούδι "Σαράντα δυο Τουρκόπουλα..." και φέρνουν γύρω την εκκλησία τρεις φορές και μετά ξεκινούν χορεύοντας και κατεβαίνουν στην πλατεία".

Στην Αίγινα ο χορός ήταν κλειστός χωρίς χορηγό (πρωτοχορευτή), ο δε κύκλος του γινόταν τόσο μεγάλος, ώστε ο ναός, ο οποίος δεν είναι και πολύ μεγάλος, βρισκόταν στο κέντρο του κύκλου... Όταν δε επρόκειτο ν' αρχίσουν τον χορό, ο εκεί παραβρισκόμενος παπάς έβγαινε από την θύρα του ναού κι έψαλλε το "Χριστός Ανέστη". Μετά κάποιος τραγουδιστής άρχιζε να τραγουδάει ένα απ' τα τραγούδι της γιορτής, οι δε χορευτές χόρευαν σύμφωνα με το τραγούδι.

Στην Κέρκυρα, στο χωριό Επίσκεψη, απαντάται ο χορός των Παπάδων. Το χορό τους συνοδεύουν με φωνητικό τραγούδι, ενώ πιο παλιά συμμετείχε και τσαμπούνα.

Στον Έμπωνα της Ρόδου, γίνεται χαρακτηριστικό πασχαλινό πανηγύρι όπου οι Εμπονιότισσες με τις βαριές πολύχρωμες δωδεκανησιακές φορεσιές τους, χορεύουν χαρακτηριστικούς παραδοσιακούς χορούς και χτυπάνε με τις μπότες τους τη γη σαν να δηλώνουν σταθερά την παρουσία τους.

Στην Κύθνο το Πάσχα γίνεται μεγάλο λαϊκό γλέντι και συνήθως γάμοι με παλαιά γραφικότητα. Ακολουθεί γεύμα οπού σερβίρονται τα "αληφόνια", άγρια πικροράδικα και τα περίφημα θερμιώτικα "τσιμπητά" μαζί με φρέσκια μυζήθρα.
"Τρεις νύφες θα χορέψουνε κι οι τρεις στο πανηγύρι χώρια θα πιάσει η κάθε μια και το χορό θα σύρει Αρχίνησε τραγουδιστή και το λαγούτο παίξε και χώρια τα παινέματα της κάθε νύφης πλέξε".

Στο Καστελλόριζο ο χορός των κοριτσιών που στήνεται στον αυλόγυρο του Μητροπολιτικού ναού το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα, είναι από τα γραφικότερα λαμπριάτικα έθιμα. Για τις περιορισμένες κοπέλες του νησιού είναι ένα από τα κυριότερα γεγονότα της ζωής τους. Είναι η μόνη περίπτωση να δουν και να τις δουν τα παλικάρια του νησιού.

"Αδελφοποιϊαα"
Την Κυριακή του Πάσχα, μία μέρα που τόσο φανερά εκδηλώνεται η χριστιανική αγάπη, συνήθιζαν άλλοτε να συνάπτουν και την σχέση της αδελφοποιϊας, η οποία ανυψώνει τη φιλία σε δεσμό αδελφικής αγάπης. Είναι δε αξιοσημείωτο, ότι η πράξη αυτή ελάμβανε την μορφή πραγματικής ιεροτελεστίας. Όπως αναφέρουν παλαιοί Αθηναιοδίφες, στην Αθήνα (άλλοτε) στον Εσπερινό της Λαμπρής γινόντουσαν οι αδερφοποιτοί. Έπρεπε να έχουν κι ένα κορίτσι μαζί τους. Ο παπάς, αφού τους διάβαζε, τους όρκιζε στο Ευαγγέλιο, τους περίζωναν μ' ένα μακρύ κόκκινο ζωνάρι και τους τράβαγαν προς το ιερό. Ύστερα, φιλούσαν ο ένας τον άλλον, φιλούσαν και τον παπά στο χέρι και γίνονταν αδερφοποιτοί". Το κορίτσι απ' τη στιγμήν αυτή το είχαν σαν αδελφή (σταυραδερφή). Αλλού οι αδερφοποιτοί σταύρωναν τα αίματά τους, δηλ. άνοιγαν τις φλέβες τους και αναμείγνυαν το αίμα τους.

Οι Κούνιες
Οι κούνιες, τις οποίες κρεμούν από τα δένδρα, αποτελούν αρχαίο έθιμο που γίνεται κάθε Κυριακή του Πάσχα και θυμίζουν την "αιώρα" των Αθηναίων παρθένων κατά τα Ανθεστήρια, μια από τις λαϊκότερες γιορτές, η οποία γιορταζόταν στις αρχές της άνοιξης.
Με τις κούνιες συντραγουδιούνται
Στον Αίνο "το Πάσχα, οι χωρικοί κουνιούνται στην κούνια, για να κάνουν πολύ σουσάμι".
Στη Βιζύη "η κούνια πρέπει να γίνει στο χλωρό, στο δένδρο που θα βλαστήσει κι όχι στο ξερό". Δεν πρόκειται λοιπόν για απλό παιχνίδι ή ψυχαγωγία των χωρικών, αλλά για συνήθεια όχι σπάνια στις αγροτικές γιορτές, η οποία αρχικά είχε πιθανώς μαγικό χαρακτήρα, που αποσκοπούσε στην επίτευξη. Κουνιούνται, ενώ τραγουδούν τραγούδια της κούνιας. Π.χ.: Κουνήσετε τις έμορφες, κουνήσετε τις άσπρες, κουνήσετε τις λεμονιές, πού 'ναι ανθούς γεμάτες".

Στη Σάμο το Πάσχα καίνε τον "τσιφούτη" (Ιούδα) και ακολουθεί λαϊκό τοπικό γλέντι. Οι νέοι φτιάχνουν κούνιες στα δέντρα και κουνούν τις κοπέλες, συνοδεία παλαιών τοπικών τραγουδιών.

Στις αλησμόνητες πατρίδες μας στον Πόντο, το Πάσχα έτρωγε ο καθένας από ένα αυγό, ενώ τα δύο άλλα, δηλαδή της Παναγιάς και του σπιτιού, τα έβαζαν στο εικονοστάσι και όταν γινόταν τρικυμία τα έριχναν στη θάλασσα, για να σταματήσει η φουρτούνα. Μέσα στο καλαθάκι έβαζαν ακόμα μικρές πάνινες σακκουλίτσες με σιτάρι, καλαμπόκι, φασόλια, κολοκυθόσπορο, αλεύρι, προζύμι και αλάτι. Τους σπόρους τους διαβασμένους τους ανακάτωναν με τους σπόρους για τη σπορά για το καλό και το αλεύρι το έριχναν στο αμπάρι για ευλογία. Οι γείτονες και οι συγγενείς έστελναν τσουρέκια και αυγά σε οικογένειες φτωχές. Υποχρεωτικά όλοι οι συγγενείς και φίλοι έπρεπε να περάσουν από όλα τα σπίτια, για να πούν το "Χριστός Ανέστη" και να τσουγκρίσουν τα αυγά.

Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου, καθώς προείπεν,
έδωκεν ημίν την αιώνιον ζωήν και το μέγα έλεος.

Ορισμένοι ερευνητές ανιχνεύουν τις αρχές των εορταστικών εκδηλώσεων του πάσχα σε χαναανιτικές γιορτές που σχετίζονται με την συγκομιδή κριθαριού την άνοιξη. Άλλοι μελετητές θεωρούν ότι η ρίζα του Πάσχα βρίσκεται σε γιορτές και ιεροτελεστίες της άνοιξης της προ-ισραηλιτικής εποχής με την έννοια των ποιμένων που υποβάλλουν αίτημα στο θεό για την προστασία του κοπαδιού τους. Εντούτοις, αυτές οι υποθέσεις δεν θεωρούνται επαρκώς τεκμηριωμένες.

Πάντως, η Βίβλος συσχετίζει το πέσαχ με το ρήμα πασάχ πού σημαίνει είτε χωλαίνω, είτε εκτελώ τελετουργικό χορό γύρω από τη θυσία (Γ' Βασ. 18:21,26), είτε, μεταφορικά, "ξεφεύγω", "προσπερνώ", "απαλλάσσω".
Το Πάσχα, είναι η προσπέραση του αγγέλου του Θεού πάνω από τα σπίτια των Ισραηλιτών, ενώ έπληττε με θάνατο τα πρωτότοκα αγόρια των σπιτιών των Αιγυπτίων.
Το Πάσχα αποτελούσε οικογενειακή εορτή. Εορταζόταν νύχτα, στην πανσέληνο της εαρινής ισημερίας, την 14η του μήνα Αβίβ (που ονομάστηκε Νισάν μετά την Βαβυλωνιακή εξορία) με προσφορά στο νεαρού ζώου, χρονιάρικου, για να ευλογηθεί από το Θεό όλο το κοπάδι. Το σφάγιο ήταν αρνί ή κατσίκι, αρσενικό και αρτιμελές (Εξ. 12:3-6), δεν έπρεπε να σπάσει κανένα κόκαλο του (Έξ. 12:46, Αρ. 9:12) ενώ το αίμα του ως ένδειξη προστασίας, το έβαζαν στην είσοδο κάθε σπιτιού (Εξ. 12:7,22). Οι μετέχοντες στο δείπνο ήταν ντυμένοι, έτοιμοι για ταξίδι (Έξ. 12:8-11).

Αυτά τα στοιχεία νομαδικής, οικογενειακής ζωής μας δείχνουν μια πολύ παλαιότερη προέλευση του Πάσχα, που θα μπορούσε να είναι η θυσία που ζήτησαν οι Ισραηλίτες από τον Φαραώ να πάνε να γιορτάσουν στην έρημο (Έξ. 3:18, 5:1 εξ). Παρ' όλα αυτά όμως, η έξοδος από την Αίγυπτο έδωσε στο Πάσχα την οριστική του σημασία.
Το αναμνηστικό γεύμα του ιουδαϊκού Πάσχα, το οποίοι περιλαμβάνει άζυμο ψωμί και κρασί, ονομάζεται Σεντέρ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: