Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2011

Σαντορίνη

Σκύψε αν μπορείς στη θάλασσα τη σκοτεινή ξεχνώντας
τον ήχο μιας φλογέρας πάνω σε πόδια γυμνά
που πάτησαν τον ύπνο σου στην άλλη ζωή βυθισμένη

Γράψε αν μπορείς στο τελευταίο σου όστρακο
τη μέρα τ' όνομα τον τόπο
και ρίξε το στη θάλασσα για να βουλιάξει

Βρεθήκαμε γυμνοί πάνω στην αλαφρόπετρα
κοιτάζοντας τα αναδυόμενα νησιά
κοιτάζοντας τα κόκκινα νησιά να βυθίζουν
στον ύπνο τους, τον ύπνο μας
Εδώ βρεθήκαμε γυμνοί κρατώντας
τη ζυγαριά που βάραινε κατά το μέρος της αδικίας.

Φτέρνα της δύναμης θέληση ανίσκιωτη λογαριαμένη αγάπη
στον ήλιο του μεσημεριού σχέδια που ωριμάζουν
δρόμος της μοίρας με το χτύπημα της νέας παλάμης στην ωμοπλάτη
στον τόπο που σκορπίστηκε δεν αντέχει
στον τόπο που ήταν κάποτε δικός μας
βουλιάζουν τα νησιά σκουριά και στάχτη.

Βωμοί γκρεμισμένοι
κι οι φίλοι ξεχασμένοι
φύλλα της φοινικιάς στη λάσπη.
Άφησε τα χέρια σου αν μπορείς να ταξιδέψουν
εδώ στην κόχη του καιρού με το καράβι
που άγγιξε τον ορίζοντα.
Όταν ο κύβος χτύπησε την πλάκα
όταν η λόγχη χτύπησε το θώρακα
όταν το μάτι γνώρισε τον ξένο
και στέγνωσε η αγάπη μέσα σε τρύπιες ψυχές
όταν κοιτάζεις γύρω σου και βρίσκεις
κύκλο τα πόδια θερισμένα
κύκλο τα χέρια πεθαμένα
κύκλο τα μάτια σκοτεινά όταν δε μένει πια ούτε να διαλέξεις
το θάνατο που γύρευες δικό σου
ακούγοντας μια κραυγή
ακόμη και του λύκου την κραυγή, το δίκιο σου
άφησε τα χέρια σου αν μπορείς να ταξιδέψουν
ξεκόλλησε απ' τον άπιστο καιρό και βούλιαξε,
βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες.
Σαντορίνη (Γ. Σεφέρης)

Δεν υπάρχουν σχόλια: